Σεξ και σχέσεις στο απαγορευμένο Βασίλειο
γράφει ο Χοσέ Αβησσυνός
Θα πρέπει να προειδοποιήσω τον καλόπιστο αναγνώστη που προσέρχεται σ’αυτό το κείμενο προϊδεασμένος από τα άρθρα που συνήθως αναρτώνται σε αυτό το σάιτ, ότι εδώ δεν πρόκειται να βρει ιστορίες της ηδυπαθούς και ειδυλλιακής ανατολής, τέτοιες που πλάθει συνήθως η φαντασία όταν ακούει για σεξ στη μακρινή Αραβία (και οι οποίες οφείλονται εν πολλοίς σε εκείνο το βιβλίο, τις Χίλιες και Μία Νύχτες, το οποίο επί αιώνες ζέσταινε και λάγγευε τα όνειρα των Ευρωπαίων της κρύες νύχτες του χειμώνα). Όχι, ο εξωτισμός τις μέρες μας είναι δυστυχώς δυσεύρετος καρπός. Η Μέση Ανατολή δημιουργεί πλέον συνειρμούς με ουρανοξύστες στην έρημο, αποτυχημένα γαμήλια ταξίδια στο Ντουμπάι και εσχάτως κόσμο να διαδηλώνει ή να πανηγυρίζει σε κάποια πλατεία. Παρολαυτά, κάποιος εξωτισμός παραμένει όταν βλέπουμε εικόνες με εκείνα τα έντονα και αινιγματικά μάτια, που είναι το μόνο ανθρώπινο χαρακτηριστικό που διακρίνεται στις κατά τ’άλλα κατάμαυρες γυναικείες φιγούρες. Όποιος αντικρίσει αυτά τα μάτια, μπαίνει δίχως άλλο στον πειρασμό να ανακαλύψει τα μυστικά τους, να διεισδύσει το βλέμμα του πέρα από εκείνο το μαύρο προπέτασμα, το οποίο αποθαρρύνει λιγότερο απ’όσο προκαλεί. Αυτή είναι και η δική μου ιστορία. Όμως για ακόμη μια φορά πρέπει να προειδοποιήσω: οι ιστορίες που θα διηγηθώ, παρά το ανάλαφρο περιτύλιγμα, κρύβουν περισσότερο πόνο παρά ηδονή.
Οι μουτάουα
Φθάνοντας στη χώρα που εφεξής θα ονομάζω “το Βασίλειο”, κάθε γυναίκα μου φαινόταν απρόσιτη σαν οπτασία στην έρημο, ή σαν την αγαπημένη στο χαρέμι ενός σουλτάνου (για να χρησιμοποιήσω μια ακόμη κοινότοπη παρομοίωση που ωστόσο βοηθά στη δημιουργία κλίματος). Δεν ήταν μόνο απαγορευμένο να βρίσκεσαι με μια γυναίκα σε δημόσιο χώρο, αλλά ακόμη και να της μιλήσεις ή έστω να απευθύνεις ένα επίμονο βλέμμα, ιδίως σαν συνοδευόταν. Όμως τα ζηλότυπα αρσενικά δεν ήταν ο μεγαλύτερος κίνδυνος που είχες να αντιμετωπίσεις. Σχεδόν κάθε άντρας στη χώρα θα είχε να σου διηγηθεί μια ιστορία φρίκης με ήρωες τους ίδιους και την διαβόητη θρησκευτική αστυνομία. Ο επίσημος τίτλος της είναι Επιτροπή για την Προώθηση της Αρετής και την Καταπολέμηση της Αμαρτίας, αλλά για συντομία τους φωνάζουν μουτάουα. Ένας καλός μου φίλος είχε βρει τον μπελά του επειδή είδε μια γνωστή του και τη χαιρέτισε από μακριά. Ατυχώς τον είδαν και οι μουτάουα, οι οποίοι τον περικύκλωσαν, του κατάσχεσαν την ταυτότητα και το κινητό και τον οδήγησαν στο τμήμα. Τελικώς τη γλύτωσε φθηνά υπογράφοντας, μετά αρκετές ώρες ταλαιπωρίας, μια δήλωση μετάνοιας. Ένας άλλος φίλος δεν ήταν τόσο τυχερός: καταδικάστηκε σε τριάντα ραβδισμούς επειδή το αυτοκίνητό του έτυχε να είναι πίσω από το αυτοκίνητο κάποιων γυναικών και η διερχόμενη θρησκευτική αστυνομία έκρινε ότι προφανώς είχε πονηρούς σκοπούς. Ευτυχώς γι’αυτόν ο ραβδιστής είχε γεμάτο πρόγραμμα και του έκλεισαν ραντεβού για τρεις μήνες μετά. Στο διάστημα αυτό κατάφερε με μέσο να ματαιώσει την ποινή (ποιος είπε ότι η διαφθορά δεν έχει πλεονεκτήματα;)
Πιο τραγική ήταν η ιστορία μιας συμπατριώτισσάς μας. Το πρώτο ραντεβού της με τον μοναδικό ντόπιο άντρα που γνώριζε αποφασίστηκε για λόγους ασφαλείας να είναι στην έρημο. Δυστυχώς αποδείχθηκε ότι η έρημος δεν είναι και τόσο έρημη. Δεν είχαν προλάβει καν να στήσουν το μικρό τους πικ-νικ όταν, υποθέτω με τρόμο, είδαν ένα τζιπάκι της θρησκευτικής αστυνομίας να τους πλησιάζει από μακριά. Το πλάνο που αποφάσισαν επί τόπου ήταν να προφασισθούν τους παντρεμένους, ή έστω τους λογοδοσμένους. Το σχέδιο δούλεψε καλά και απέτρεψε τα χειρότερα, εκτός από μια μικρή λεπτομέρεια: έπρεπε σε λίγες μέρες να παρουσιάσουν το αυθεντικό πιστοποιητικό γάμου. Ο άνδρας βεβαίως ήταν ήδη παντρεμένος με παιδιά, αλλά αυτό ευτυχώς δεν ήταν πρόσκομμα. Το Κοράνι επιτρέπει μέχρι και τέσσερεις συζύγους, οι οποίες μάλιστα δεν είναι απαραίτητο να είναι μουσουλμάνες (το αντίστροφο δεν ισχύει, εξυπακούεται ότι ο άντρας επιβάλλει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις στην οικογένεια). Για να μην τα πολυλογώ, ο γάμος έγινε, με σεμνότητα και χωρίς πολλά νταβαντούρια. Προς μεγάλη μου έκπληξη, μάλιστα, η συμπατριώτισσά μας αποφάσισε να δοκιμάσει αυτόν τον τρόπο ζωής να δει αν της πήγαινε. Λίγους μήνες μετά προσπαθούσε απεγνωσμένα να δραπετεύσει…
Αυτή είναι λοιπόν η περίφημη θρησκευτική αστυνομία, με την οποία είχα την ευτυχία να μην έχω ιδιαίτερες συναναστροφές. Πριν τους αντικρίσω, όλες αυτές οι ιστορίες μου προκαλούσαν μάλλον θυμηδία, έχοντας στον νου τους δικούς μας παπάδες. Μετά την πρώτη συνάντηση, ωστόσο, μπορώ να πω ότι το προσωνύμιο «διάβολοι» που τους έχουν χαϊδευτικά προσδώσει, δεν τους αδικεί καθόλου. Όψη βλοσυρή, μακριά ατημέλητη γενειάδα, μαύρη μπέρτα και βλέμμα που ακτινοβολεί μίσος για οτιδήποτε ανθρώπινο. Δεν με παραξενεύει που μερικοί είναι πρώην κατάδικοι. Πίσω μου σ’έχω σατανά…
Τρεις γάμοι για όλα τα γούστα
Με τόσες απαγορεύσεις, αναρωτήθηκα, πώς γίνεται να παντρεύονται από τόσο νωρίς και μάλιστα να κάνουν και ένα σωρό κουτσούβελα; Η προφανής απάντηση ήταν ότι οι γάμοι γίνονται με προξενιά. Η διαδικασία είναι ενδιαφέρουσα, οπότε αξίζει να της αφιερώσω μερικές παραπάνω γραμμές.
Το πρώτο στάδιο είναι ο εντοπισμός της μέλλουσας νύφης από μια συγγενή του γαμπρού, συνήθως τη μητέρα του. Οι γυναίκες σαν βρίσκονται μόνες τους ντύνονται με ιδιαίτερη κοκεταρία, είτε από απωθημένο είτε για να εντυπωσιάσουν η μία την άλλη. Συνεπώς η μαμά μπορεί να θαυμάσει την υποψήφια νύψη της σε όλο της το μεγαλείο. Το ίδιο δεν ισχύει δυστυχώς για τον γιο, ο οποίος θα πρέπει να αρκεστεί στην περιγραφή της μητέρας του. Αν η περιγραφή είναι αρκούντως πειστική και γλαφυρή, τότε ο γιος παρουσιάζεται στο σπίτι της να ζητήσει το χέρι της. Οι συγγενείς της τον υποδέχονται ευγενικά και αφού τον κεράσουν λουκουμάκι και τον ξαποστείλουν, κάνουν μια έρευνα για το ποιόν του, δηλαδή τίνος είναι και πόσα λεφτά έχει. Κατόπιν αποφασίζουν αν θα δεχτούν την πρόταση ή όχι. Ως εδώ οι δύο νέοι δεν έχουν συναντηθεί μεταξύ τους και μπορώ να φανταστώ τους ρομαντικούς αναγνώστες ήδη να επαναστατούν. Ας μην βιάζονται όμως, γιατί το σύστημα προβλέπει και γι’αυτό. Αφού οι δύο οικογένειες συμφωνήσουν, ο γαμπρός κάνει μια ακόμη επίσκεψη στο σπίτι της νύφης, όπου αυτή τη φορά μπορεί να τη δει, περίπου για ένα τέταρτο, παρουσία φυσικά του πατέρα της. Κατόπιν αυτού, οι δύο νέοι έχουν τον τελευταίο λόγο να αποφασίσουν αν ταιριάζουν οι χαρακτήρες τους, τα όνειρά τους, τα κουσούρια τους κτλ. προκειμένου να παντρευτούν. Αν πάνε όλα καλά, τότε ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις για την προίκα που πρέπει να δώσει ο γαμπρός στη νύφη. Κατόπιν ο γάμος τελείται στο σπίτι της νύφης παρουσία ενός ιμάμη. Το ζευγάρι πλέον είναι επισήμως παντρεμένο, ωστόσο δεν μπορούν να μείνουν ακόμη μαζί. Πρέπει πρώτα να γίνει και το γλέντι του γάμου, συνήθως κανα τρίμηνο μετά. Μπορούν, πάντως, να μιλούν ελεύθερα στο τηλέφωνο, οπότε ας μην έχουν παράπονο. Όταν τελικά λαμβάνει χώρα το γλέντι, οι γυναίκες με τους άντρες είναι χώρια. Και να μεν οι γυναίκες συνήθως καταφέρουν να το διασκεδάζουν ως το πρωί, οι δε άντρες δειπνούν, συγχαίρουν τον γαμπρό και πάνε σπίτια τους μέσα σε καμιά ώρα το πολύ.
Η σοφία όμως του συστήματος δεν εξαντλείται στα ανωτέρω. Ο άντρας μπορεί να έχει το δικαίωμα να έχει μέχρι τέσσερεις γυναίκες, ωστόσο άντρας είναι, λογικό να θέλει και καμιά ερωμένη. Για την περίπτωση αυτή, έχει γίνει πρόβλεψη για γάμο misyar, που σημαίνει «περαστικός». Οι πολύπλοκες διαδικασίες είναι πλέον περιττές. Τα συστατικά του γάμου misyar είναι ένας ιμάμης, δύο μάρτυρες, το ζευγάρι φυσικά και κάποια εχεμύθεια. Τούτο, διότι ο γάμος παραμένει ένα μυστικό που γνωρίζει μόνο το ζευγάρι. Η νύφη συνεχίζει να μένει με τους γονείς της και ο γαμπρός την βλέπει αποκλειστικά για τις ερωτοδουλειές. Αν για οποιοδήποτε λόγο του κολλήσει καμιά θρησκευτική αστυνομία, έχει στο τσεπάκι του το πιστοποιητικό γάμου και τη βγάζει λάδι. Τι κερδίζει η νύφη από αυτήν την ιστορία; Συνήθως κάποια χρηματική υποστήριξη όταν είναι φτωχή. Ας πούμε, νύφη επί πληρωμή.
Αντίστοιχα, υπάρχει και ο «ταξιδιωτικός» γάμος (misfar). Οι περισσότερες οικογένειες απαιτούν τη συνοδεία ενός αρσενικού συγγενή όταν μία γυναίκα ταξιδεύει ή σπουδάζει στο εξωτερικό. Δυστυχώς ο συγγενής αυτός δεν είναι πάντα διαθέσιμος, ιδίως όταν η γυναίκα πρόκειται να σπουδάζει για τέσσερα χρόνια (ή και παραπάνω, αν είναι στούρνος). Εδώ έρχεται η χρησιμότητα του ταξιδιωτικού γάμου. Η κοπέλα παντρεύεται κάποιον για να τη συνοδεύει στις σπουδές της στο εξωτερικό. Στο γαμήλιο συμβόλαιο διατυπώνεται καθαρά ότι ο γαμπρός δεν θα επιστρέψει μέχρι η νύφη να πάρει το πτυχίο της, ενώ επίσης δεν προβλέπεται τεκνοποίηση. Και αν η νύφη παραβεί το συμφωνητικό μένοντας έγγυος, σας ακούω να ρωτάτε. Τότε ο γαμπρός έχει το δικαίωμα να μην αναγνωρίσει το παιδί, το οποίο σημαίνει ότι ο νόθος γιός δεν έχει δικαίωμα σε πιστοποιητικό γέννησης, χαρτιά κτλ. Θεωρητικά παραμένει ανύπαρκτος, καθώς δεν προβλέπεται στο συμφωνητικό και φυσικά δεν είναι δυνατόν να γεννηθεί παιδί εκτός γάμου.
Δυστυχώς, όσο ειδυλλιακά και αν ακούγονται τα παραπάνω, στην πράξη συνήθως χωλαίνουν. Για να παρατήσει κάποιος τα πάντα ώστε να παριστάνει το σύζυγο μιας φοιτήτριας για κάποια χρόνια πρέπει μάλλον να είναι αργόσχολος. Στην περίπτωση μιας γνωστής, αποδείχθηκε επίσης ερωτομανής, αλκοολικός και νυχτοπερπατητής. Η κοπέλα διαπίστωσε ότι της ήταν δύσκολο να συγκεντρωθεί στις σπουδές όταν έπρεπε διαρκώς να εκπληρώνει τα συζυγικά της καθήκοντα. Τα μάζεψε, λοιπόν, και γύρισε πίσω. Χρειάστηκε να παλέψει τέσσερα χρόνια για να πάρει διαζύγιο.
Το διαζύγιο είναι ένα ακόμη παράδειγμα εφηρμοσμένης ισότητας για τα δύο φύλλα. Ένας άντρας μπορεί να χωρίσει με μια γυναίκα λέγοντάς τρεις φορές «σε χωρίζω», μεμιάς ή αθροιστικά κατά τη διάρκεια του γάμου. Ο γάμος θεωρείται άκυρος και το μόνο που απομένει στο σύζυγο είναι να πάρει με συνοπτικές διαδικασίες το χαρτί διαζυγίου. Ο άντρας πλέον αναγράφεται στα χαρτιά ως «ελεύθερος» ενώ η γυναίκα ως «διαζευγμένη», κάτι που πρακτικά μηδενίζει τις πιθανότητές της να ξαναπαντρευτεί. Εάν ο άντρας χωρίσει, έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει πίσω τα χρήματα που έχει δώσει προίκα στη γυναίκα του. Αντίθετα, αν μια γυναίκα ζητήσει διαζύγιο, οφείλει να καταβάλει αποζημίωση στον άντρα της. Τούτο αν φυσικά καταφέρει να πάρει το διαζύγιο. Με άλλα λόγια, μονά χάνεις, ζυγά κερδίζω…
(συνεχίζεται)